Greek-Portuguese translations for εξέγερση

  • revolta
  • comoção
  • insurreiçãoApós mais de dois anos em Auschwitz, Witold Pilecki fugiu e combateu na Insurreição de Varsóvia. Αφού έζησε για περισσότερα από δύο χρόνια στο Άουσβιτς, δραπέτευσε και ακολούθως πολέμησε στην εξέγερση της Βαρσοβίας. Negri, condenado por insurreição armada contra o Estado italiano, actualmente em regime de liberdade condicional, exprimiu-o num livro. Ο Negri, καταδικασμένος για ένοπλη εξέγερση κατά του ιταλικού κράτους που τώρα βρίσκεται σε καθεστώς ημι-ελευθερίας, το εξέφρασε σε ένα βιβλίο.
  • levante
  • motim

Trending Searches

Popular Dictionaries

DictionaryPro.net

DictionaryPro.net is a free online dictionary with more than 14 million translations.

Terms of Use   Privacy Policy   Cookies   Contact Us

Auf DeutschEn españolPå svenskaSuomeksiEestikeelne

Mindmax

Content is based on Wiktionary articles.
Text is available under Creative Commons Attribution-ShareAlike license.
© 2004-2024 DictionaryPro.net