Greek-Portuguese translations for πιστόλι
- arma de fogo
- arma de fogo curta
- fuzil
- pistolaNão é aceitável que novas exigências tenham lugar após a conclusão do trílogo, o que equivale a apontar uma pistola ao Parlamento. Δεν είναι δυνατόν να τίθενται μετά την ολοκλήρωση του τριπτύχου νέα αιτήματα, βάζοντας με τον τρόπο αυτόν το πιστόλι στον κρόταφο του Κοινοβουλίου.
- revólver
Trending Searches
Popular Dictionaries