Swedish-Greek translations for olja
- λάδι
- έλαιοΠρέπει να περιορίσουμε την εξάρτησή μας από το πετρέλαιο. Vi måste minska vårt beroende av olja.Στις 14 Ιουλίου το πετρέλαιο έφτασε τα 148 δολάρια το βαρέλι. Ett fat olja nådde 148 US-dollar den 14 juli.Υπάρχει πολύ πετρέλαιο στο Αιγαίο. Det finns mycket olja i Egeiska havet.
- λαδώνω λιπαίνω
- ορυκτέλαιο
- πετρέλαιοΠρέπει να περιορίσουμε την εξάρτησή μας από το πετρέλαιο. Vi måste minska vårt beroende av olja.Στις 14 Ιουλίου το πετρέλαιο έφτασε τα 148 δολάρια το βαρέλι. Ett fat olja nådde 148 US-dollar den 14 juli.Υπάρχει πολύ πετρέλαιο στο Αιγαίο. Det finns mycket olja i Egeiska havet.
Examples
- De förordade ekologiska oljor i matlagningen.
- Som massageolja använde hon en kallpressad olja utvunnen ur jojoba.
- Hon målade hellre i olja än i akryl.
Trending Searches
Popular Dictionaries